Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2014

Οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἦσαν «ἀντικοινωνικοί;»

 
«Τότε γίνεται το θέλημα του Θεού πάνω στη γη όπως στον ουρανό» παρατηρεῖ ὁ Ἅγιος Μακάριος ὁ Μέγας στή Φιλοκαλία, «όταν, όπως είπαμε, δεν υπερηφανευόμαστε ο ένας κατά του άλλου, και όταν όχι μόνο χωρίς ζηλοτυπία, αλλά και με απλότητα είμαστε ενωμένοι με αγάπη, ειρήνη και χαρά μεταξύ μας και θεωρούμε την προκοπή του πλησίον σαν δική μας, και την έλλειψή του σαν δική μας ζημία»[1].

Διαλάμπει ἐδῶ τό ἐκκλησιαστικό φρόνημα καί ὁ ἐκκλησιοκεντρικός, γεμάτος ἀγάπη πρός τόν πλησίον τρόπος σκέψης τοῦ Ἁγίου Μακαρίου, ὁ ὁποῖος ταυτίζεται μέ τόν τρόπο καί τό φρόνημα ὅλων τῶν Ἁγίων Πατέρων πού λανθασμένα διακρίνονται σέ ἀσκητικούς καί κοινωνικούς. Ὅλοι οἱ Πατέρες εἶναι κοινωνικοί καί ὅλοι εἶναι ἀσκητικοί.
 Οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἀκόμη καί οἱ χαρακτηριζόμενοι (λανθασμένα) ὡς ἀσκητικοί κάθε ἄλλο παρά «ἀντικοινωνικοί» ἦσαν, ἄν καί συχνά κατηγοροῦνται γι’ αὐτό.

 Ὁ Μέγας ἀσκητής ἅγιος Μακάριος θέτει τήν ἀληθινή ἀγάπη-κοινωνία- ταύτιση μέ τόν πλησίον ὡς τό κριτήριο τῆς ἐκπλήρωσης του Θείου θελήματος. Γράφει ὅτι πρέπει νά θεωροῦμε τήν προκοπή τοῦ ἄλλου δική μας καί τή ζημία τοῦ ἄλλου ἐπίσης δική μαςΤότε, διδάσκει,γίνεται τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στή γῆ, ὅπως καί στόν οὐρανό. Οὐσιαστικά ἐδῶ ὁ Ἅγιος Μακάριος ἑρμηνεύει τήν φράση τῆς Κυριακῆς προσευχῆς: «Γενηθήτω τό θέλημά Σου ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς».

Ἡ ἀνωτέρω διδασκαλία τοῦ Ἁγίου ὑπονοεῖ ὅτι ὁ μεγάλος αὐτός ἀσκητής ζεῖ τό περιεχόμενό της ἤ τοὐλάχιστον πιστεύει στήν ἀλήθειά του καί ἐπιδιώκει νά τό ζήσει.

Μέ τίς καίριες ἐπισημάνσεις του φανερώνει ὅτι ἡ ὅλη πνευματική προσπάθεια τῶν ἀσκητῶν δέν στοχεύει στόν ἑαυτό τους, δηλαδή σέ μία αὐτάρεσκη πνευματική ἱκανοποίηση μέ τήν ἐπίτευξη κάποιων «ἠθικῶν στόχων», οὔτε σέ μία αὐτοβελτίωση ἠθικοῦ χαρακτῆρα. Ἀντίθετα ἐπιδιώκεται μία ἀληθινή ἐκκλησιαστικοποίηση-κοινωνικοποίησή τους ἔτσι ὥστε ὁ πόνος τοῦ ἄλλου νά γίνεται δικός τους καί ἡ πρόοδός των συναγωνιστῶν τους δική τους πρόοδος καί χαρά, μακρυά ἀπό κάθε ζηλοτυπία καί φθόνο.

Σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων, ὅπως αὐτή ἀποτυπώνεται στά κείμενα τοῦ Ἁγίου Μακαρίου, ἀλλά καί ὅλων Πατέρων τῆς Φιλοκαλίας, ἕνας μοναχός, πού ἀπομονώνεται ἀπό τόν κόσμο καί τίς κοσμικές συναναστροφές, δέν πράττει κάτι τό ἐγωκεντρικό καί ἀντιανθρώπινο-ἀντικοινωνικό. Ἀντίθετα στοχεύει στήν διά τῆς ἡσυχίας κάθαρση ἀπό τά πάθη καί μάλιστα ἀπό τό πάθος τῆς φιλαυτίας καί τῆς ἰδιοτελοῦς ἀγάπης, ἡ ὁποία ἀληθινά ἀπομονωνώνει καί ἀποκοινωνικοποιεῖ τόν ἄνθρωπο, ἀκόμη καί ἄν αὐτός δραστηριοποιεῖται κοσμικά.

Καθαιρόμενος καί φωτιζόμενος ὁ ἀσκητής πλουτίζεται-διευρύνεται ὑπαρξιακά καί ἐνεργοποιεῖ τήν θεοποιό Θεία Χάρη, πού ἔλαβε μέ τό Ἅγιο Χρῖσμα. Αὐτή ἡ ἐνεργοποίηση ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τήν φανέρωση τῆς κρυμμένης ἁγιότητας, τοῦ καρποῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος περιλαμβάνει μεταξύ τῶν ἄλλων καί τήν ἀληθινή ἀγάπη, πού εἶναι ἡ ἀνιδιοτελής τοιαύτη. Αὐτή ἡ ἀγάπη βιώνεται ἐν τῇ παρουσίᾳ τῶν ἀνθρώπων ἀλλά καί ἐν τῇ ἀπουσίᾳ των διά τῆς ὁλόθερμης προσευχῆς τοῦ κεκαθαρμένου ἀσκητοῦ ὑπέρ αὐτῶν.

Ὁ μοναχός-ἀσκητής δέν εἶναι ἕνα ἀντικοινωνικό, ἀπομονωμένο ἀπό τούς ἀνθρώπους ὄν, ἀλλά ἕνας ἐν Χριστῷ ἀναγεννημένος ἄνθρωπος, πού κοινωνεῖ μυστικά μέ ὅλους τούς ἀνθρώπους.

Εἶναι ἕνας «στῦλος» πού βοηθεῖ-στηρίζει ὅλην τήν οἰκουμένη-ἀνθρωπότητα μέ τίς δακρύβρεχτες προσευχές του, οἱ ὁποῖες ἐκπηδοῦν ἀπό τήν ἀνιδιοτελῶς ἀγαπῶσα καί ὑπαρξιακά διευρυμένη καρδία του.

Ὅταν δέ ἡ περίσταση τό καλέσει, τότε φανερώνει αὐτήν του τήν ἀνιδιοτελή ἀγάπη καί «σωματικά», ὅπως λ.χ. ὁ Μέγας Ἀντώνιος, ὁ
Ὁποῖος, παρά τήν μεγάλη του ἡλικία, δέν δίστασε νά ἀναχωρήσει ἀπό τήν ἔρημο καί νά μεταβεῖ στήν Ἀλεξάνδρεια γιά νά ἐνισχύσει τήν πίστη τῶν Χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι  ἀγωνίζονταν τότε κατά τῆς ἀρειανικῆς αἵρεσης.

Τό φρόνημα καί ἡ διδασκαλία τῶν ἀσκητῶν, τῶν Μοναχῶν, τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Φιλοκαλίας, ὅπως καί ὅλων τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Πατέρων δέν εἶναι ἀντικοινωνικό ἤ ἀτομοκεντρικό, ἀλλά γνήσια Ἐκκλησιαστικό, Θεοκεντρικό καί φιλάνθρωπο.

Ἡ ὅλη προσπάθεια, ὅπως τονίζει  ἐδῶ ὁ Ἅγιος Μακάριος, στοχεύει στό νά ἐκπληρωθεῖ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στή γῆ, ὅπως καί στόν οὐρανό. Γι’ αὐτό ἀγωνίζεται καί σ’ αὐτό μᾶς ὁδηγεῖ γράφοντας τίς φωτισμένες Πενήντα Πνευματικές Ὁμιλίες του. Κέντρο ὁ Χριστός καί ἡ ἡ ἀγάπη πρός Αὐτόν. Ἀπό αὐτήν ἐκπηδᾶ ὡς φυσική συνέπεια ἡ ἀγάπη πρός τό συνάνθρωπο. Ἡ βίωση διά τῆς ἀληθινῆς διπλῆς σταυρικῆς ἀγάπης τοῦ Μυστηρίου τῆς ἑνότητας μέ τόν Χριστό καί τόν συνάνθρωπο δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἡ βίωση τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας[2], ἡ βίωση τῆς ἀληθινῆς ἐν Χριστῷ κοινωνίας μέ τόν πλησίον, τῆς μόνης γνήσιας κοινωνικότητας.

Σ’ αὐτό στοχεύει ὅλος ὁ Πνευματικός ἀγώνας. Κάθε τί πού προάγει τήν ἑνότητα μέ τόν Χριστό καί τόν συνάνθρωπο, δηλαδή κάθε τί πού συμβάλλει στήν Ἐκκλησιαστική ἑνότητα υἱοθετεῖται ὡς πράξη καί θεωρία ἀπό τόν Ἅγιο Μακάριο καί ὅλους τούς Ἁγίους Πατέρας. Κάθε τι πού ἀπομακρύνει ἀπό αὐτήν τήν ἑνότητα ἀπορρίπτεται.

Οἱ ἀρετές, οἱ ἀσκητικοί ἀγῶνες προβάλλονται ἀπό τούς Πατέρες τῶν Φιλοκαλικῶν κειμένων ὄχι ὡς αὐτοσκοπός, ἀλλ’ ὡς μέσον γιά τήν ἐπίτευξη αὐτῆς τῆς ἐν τῆ Ἐκκλησίᾳ ἑνότητας καί κοινωνίας.

Τά πάθη, οἱ ἁμαρτίες ἀπορρίπτονται διότι ἀπομακρύνουν ἀπό αὐτήν κοινωνία καί ἑνότητα, μέ τόν Χριστό καί τόν πλησίον καί ἑπομένως ἀποεκκλησιαστικοποιοῦν-ἀποκοινωνικοποιοῦν τόν ἄνθρωπο.

Ἡ ὅλη προσπάθεια τοῦ Ἁγίου Μακαρίου, ὅπως προκύπτει ἀπό τήν ἀνωτέρω προτροπή του στοχεύει στό νά μᾶς ὠθήσει στή βίωση τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς ἀληθινῆς κοινωνικότητας.

Θέλει νά μᾶς ἐμπνεύσει ὥστε νά ζοῦμε ὅλοι ὡς «ἀλλήλων μέλη», μέ τήν συνείδηση ὅτι ὁ ἄλλος εἶναι «σάρξ ἐκ τῆς σαρκός μας». Μᾶς ἐπισημαίνει τήν ἀνάγκη νά γίνουμε «ὅλοι ἕνα» σύμφωνα μέ τόν ἐκπεφρασμένο στήν Ἀρχιερατική προσευχή πόθο τοῦ Κυρίου μας.

Μόνο ἐντός τῆς Ἐκκλησίας εἶναι δυνατόν νά ζήσουμε αὐτήν τήν ἑνότητα. Τότε καί μόνον τότε βιώνουμε τήν χαρά-πρόοδο τοῦ ἄλλου καθώς καί τήν ζημία τοῦ ἄλλου ὡς δική μας ἀντιστοίχως.

Ὁ Ἅγιος Μακάριος, ὅπως καί ὅλοι οἱ Ἅγιοι Πατέρες, τῶν ὁποίων τά κείμενα μελετοῦμε στήν Φιλοκαλία, δέν μᾶς διδάσκουν μία «ἀτομική πνευματικότητα», πού ἀπομονώνει τόν πνευματικό ἀγωνιστή ἀπό τόν πλησίον, ἤ ἀπό τό κοινωνικό σύνολο καί τήν Ἐκκλησία. Ἀντίθετα στόχος τους εἶναι ἡ καλλιέργεια μιᾶς πνευματικότητας πού ἑνοποιεῖ, κάνει τόν ἄνθρωπο νά νιώθει «ἕνα» μέ τόν Χριστό καί μέ ὅλους διά τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης. Κάνει τόν ἄνθρωπο νά ἀγωνίζεται ὄχι ἐγωκεντρικά καί ἠθικιστικά, ἀλλά ὡς μέλος τοῦ μυστηριακοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ καί ὡς μέλος τῶν ἄλλων.

Ὁ ἀγώνας του δέν εἶναι γιά τόν ἑαυτό του, ἀλλά γιά τόν Χριστό καί τούς ἄλλους. Βοηθώντας τούς ἄλλους ἔχει τήν πλήρη πεποίθηση ὅτι βοηθᾶ τόν ἑαυτό του, ἀφοῦ ὁ «ἄλλος» εἶναι αὐτός ὁ ἴδιος καί ὁ «ἑαυτός» του εἶναι ὁ ἄλλος.

Βιώνει τότε τήν ἐν Χριστῷ καί τήν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ καί μόνῳ ἐν αὐτῇ κατορθουμένῃ ἀληθινή κοινωνία, κοινωνικότητα καί ἑνότητα.
 Εἴθε, μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, αὐτήν τήν γνήσια ἐν Χριστῷ κοινωνία καί ἑνότητα νά τήν βιώσουμε ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἐπί τῆς γῆς γιά νά ἐκπληρώνεται τό θέλημα τοῦ Θεοῦ σ’ αὐτήν, ὅπως καί στόν οὐρανό. Ἀμήν!
ΤΩ ΔΕ  ΤΡΙΑΔΙΚῼ ΘΕῼ ΔΟΞΑ ΠΑΝΤΟΤΕ ΝΥΝ ΚΑΙ ΑΕΙ ΚΑΙ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ ΑΜΗΝ!

Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
http://Hristospanagia3. Blogspot.com

[1] Ἁγίου Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου, Παράφρασις Συμεών τοῦ Μεταφραστοῦ εἰς ρν κεφάλαια, εἰς τούς Πεντήκοντα λόγους τοῦ Ἁγίου Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου, Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν, Μετάφραση Ἀντώνιος Γαλίτης, Τόμος Γ΄, Ἐκδόσεις Τό Περιβόλι τῆς Παναγίας.
Τό πρωτότυπο κείμενο: κζ΄. Τότε γίνεται τό τοῦ Θεοῦ θέλημα ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς (Πρβλ. Ματθ. στ΄, 10), ὅταν μή ὥσπερ εἴρηται, ἀλλήλων κατεπαιρώμεθα· ὅταν μή μόνον ζήλου χωρίς, ἀλλά καί μετά ἁπλότητος, ἐν μετοχῇ καί ἀγάπης, εἰρήνης τε καί χαρᾶς συνημμένοι ὦμεν ἀλλήλεοις, τήν τοῦ πλησίον προκοπήν ἰδίαν, ὡς δέον, καί τήν ἐκείνου ὑστέρησιν ζημίαν ἑαυτῶν λογιζόμενοι. (Ἁγίου Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου, Παράφρασις Συμεών τοῦ Μεταφραστοῦ εἰς ρν κεφάλαια, εἰς τούς Πεντήκοντα λόγους τοῦ Ἁγίου Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου Φιλοκαλία, τόμος Γ΄, σελ. 180, ἐκδ. Ἀστέρος).
 [2] Βλ. τήν σχετική μας μελέτη: Ἱερομονάχου Σάββα Ἁγιορείτου, Τό Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας κατά τόν Ὅσιο Γέροντα Πορφύριο, Μεταπτυχιακή διατριβή
 .

Ποιό εἶναι τό θεμέλιο τῆς ἑνότητας στίς διαπροσωπικές σχέσεις καί στήν Ἐκκλησία.


Ὁ μακαριστός Γέρων Παΐσιος θέλοντας νά τονίσει τήν ἀπενεργοποίηση τῆς Θείας Δόξας πού συμβαίνει στόν γογγύζοντα, σ’ αὐτόν πού γκρινιάζει, ἔλεγε ὅτι «ὅσο γκρινιάζεις τόσο ρημάζεις».

«Η απλότητα πριν από όλα και η αφέλεια, η αγάπη του ενός προς τον άλλο, η χαρά και η ταπείνωση» διδάσκει ὁ Ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος  «ας τεθούν με κάθε τρόπο σαν θεμέλιο στην αδελφότητα, για να μην υπερηφανευόμαστε και γογγύζομε ο ένας κατά του άλλου και έτσι κάνομε ανώφελο τον κόπο μας. Εκείνος που αδιάλειπτα επιμένει με καρτερία στις προσευχές να μην υπερηφανεύεται εις βάρος εκείνου που δεν μπορεί να κάνει το ίδιο και εκείνος που είναι δοσμένος στη διακονία να μη γογγύζει εναντίον εκείνου που σχολάζει στην προσευχή.
Αν συμπεριφέρονται οι αδελφοί μεταξύ τους με τέτοια απλότητα και καλή διάθεση, θα πηγαίνει το περίσσευμα όσων προσεύχονται στο υστέρημα όσων διακονούν, και το περίσσευμα όσων διακονούν στο υστέρημα όσων προσεύχονται, ώστε να επέρχεται ισότητα, σύμφωνα με το ρητό: «Όποιος μάζεψε πολύ, δεν του περίσσεψε, κι όποιος μάζεψε λίγο, δεν του έλειψε»(Β΄ Κορ. 8, 14-15).

 Σχόλιο: Τό θεμέλιο τῆς ἑνότητας στίς διαπροσωπικές σχέσεις ὅσο καί στήν Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἀφέλεια, ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά καί ἡ ταπείνωση.

 Ἡ ὑπερηφάνια καί ὁ γογγυσμός διασποῦν τήν ἀδελφοσύνη καί τήν ἑνότητα διότι χωρίζουν τούς ἀνθρώπους ἀπό τόν Χριστό καί ἑπομένως τούς στεροῦν τήν Θεία Χάρη.

 Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει ἐνεργό τήν Θεία Χάρη, τήν Θεία Δόξα, δέν μπορεῖ νά γίνει «ἕνα» ἐν Χριστῷ μέ κανέναν ἄνθρωπο· οὔτε ὁ σύζυγος μέ τήν σύζυγο, οὔτε ὁ μονάζων μέ τόν συμμοναστή του, οὔτε ὁ φίλος μέ τόν φίλο, οὔτε ὁ ἐνορίτης μέ τόν συνενορίτη του, οὔτε ὁ ἀδελφός μέ τόν ἀδελφό του, οὔτε ὁ γονέας μέ τό παιδί του, οὔτε ὁ συγγενής κατά σάρκα ἤ ἐξ ἀγχιστείας μέ τόν συγγενή του.

 Ὁ Κύριος μᾶς τό δίδαξε σαφέστατα μέ τήν ἀρχιερατική Του προσευχή παρακαλώντας τόν Θεό Πατέρα γιά τήν ἑνότητα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί ὅσων θά πιστεύσουν στό κήρυγμά τους: «τὴν δόξαν ἣν δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς ἕν ἐσμὲν»[1].  Δηλαδή: «Τήν Δόξα πού μοῦ ἔδωσες καί ὡς ἄνθρωπο, τήν ἔδωσα σ’ αὐτούς, γιά νά εἶναι ἕνα καθώς ἐμεῖς εἴμαστε ἕνα».

 Ὁ Κύριος δίδει στούς Ἁγίους Ἀποστόλους Του τήν δόξα πού ἔλαβε καί ὡς ἄνθρωπος, χριστός Κυρίου (χρισμένος ἀπό τόν Κύριο-Θεό Πατέρα Του). Τήν δίδει γιά νά γίνουν «ἕνα», ὅπως εἶναι ἕνα ὁ Θεός Πατέρας μέ τόν Υἱό καί Λόγο καί μέ τό Ἅγιον Πνεῦμα. Δηλαδή ἡ κοινή ἤ μᾶλλον ταυτή Θεία Ἐνέργεια, πού ἔχουν τά Τρία Θεῖα Πρόσωπα, ἡ Ὁποία ὀνομάζεται Θεία Δόξα, αὐτή δίδεται διά τοῦ Κυρίου Ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ στούς Ἁγίους Ἀποστόλους καί σέ ὅλους τούς πιστούς μυστηριακῶς ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ καί διά τῆς Ἐκκλησίας.

 Ἡ ἄκτιστη Θεία Δόξα στήν ὁποία μετέχουν οἱ πιστοί ἑκούσια καί ἀγαπητικά τηρώντας τίς Θεῖες Ἐντολές καί ζώντας ἀσκητικά καί μυστηριακά ἐντός τῆς Μίας, Ἁγίας, Ὀρθόδοξης καί Καθολικῆς Ἐκκλησίας αὐτή καί μόνον αὐτή τούς καθιστᾶ «ἕν». Ἔτσι ἐκπληρώνεται ὁ ἐκπεφρασμένος στήν Ἀρχιερατική Του προσευχή, πόθος τοῦ Κυρίου μας.

Ἔχοντας ἐνεργό οἱ πιστοί τήν Θεία Δόξα, ἡ Ὁποία στήν Ἁγία Γραφή ὀνομάζεται καί Ἅγιο Πνεῦμα, ἔχουν καί τά θεμέλια τῆς ἀδελφοσύνης καί τῆς ἑνότητας, ὅπως τά καθορίζει ὁ Ἅγιος Μακάριος.  Τά ἔχουν διότι ἔχουν τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού εἶναι ἀγάπη, χαρά, μακροθυμία, ταπείνωση, ἀφελότητα καί ἁπλότητα καί ὅλα τά ἄλλα, τά ὁποῖα ἀπαριθμεῖ ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Γαλάτας Ἐπιστολή Του λέγοντας: «ὁ καρπὸς τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πρᾳότης, ἐγκράτεια»[2].

 Ἡ ἑνότητα στήν οἰκογένεια, στό μοναστήρι, στήν ἐνορία, στήν τοπική Ἐκκλησία, στήν Ἁγία μας Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία ἐπιτυγχάνεται μόνο ὅταν τά μέλη των μετέχουν στό Ἅγιο Πνεῦμα δηλαδή στήν ἄκτιστη θεοποιό Θεία Χάρη-Δόξα-Ἐνέργεια. Αὐτή δίδεται διά τοῦ Χριστοῦ μας σέ ὅσους πιστεύουν καί ζοῦν ὀρθά ἐντός τοῦ μυστηριακοῦ Του σώματος, τῆς Ἐκκλησίας.

  Ἡ καταπολέμηση τῆς ὑπερηφάνιας καί τοῦ γογγυσμοῦ εἶναι ἀναγκαία προϋπόθεση γιά τήν μετοχή στήν Θεία Δόξα, ἀφοῦ ὁ Θεός καί ἑπομένως καί ἡ Θεία Του Δόξα καί Ἐνέργεια  ἀντιτάσσεται στούς ὑπερήφανους καί καταδικάζει τούς γογγυστές. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μᾶς διδάσκει ἀπερίφραστα ὅτι «ὁ Θεός ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται»[3] ἐνῶ γιά τούς γογγυστάς πάλι λέγει διά τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου: «μὴ στενάζετε κατ’ ἀλλήλων, ἀδελφοί, ἵνα μὴ κριθῆτε»[4], δηλαδή μήν γογγύζετε ὁ ἕνας ἐναντίον τοῦ ἄλλου γιά νά μήν κατακριθῆτε στήν αἰώνια κόλαση. Ἑπομένως ἡ ὑπερηφάνεια καί ὁ γογγυσμός, ἡ καταλαλιά, ἡ γκρίνια κατά τοῦ πλησίον, μᾶς στεροῦν τήν Θεία Δόξα, τήν Θεία Χάρη καί ἑπομένως μᾶς στεροῦν τήν δυνατότητα τῆς ἐν Χριστῷ ἑνοποίησης καί ἀγάπης.

 Ὁ Θεός, πού εἶναι ἀγάπη βδελύσσεται τόσο τήν ὑπερηφάνια, ὅσο καί τόν γογγυσμό. Νά πῶς μᾶς τό διδάσκει ὁ Ἅγιος Εὐαγγελιστής Λουκᾶς: «Τό ἐν ἀνθρώποις ὑψηλόν βδέλυγμα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ»[5].  Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τόν γογγυσμό ἀφοῦ προϋπόθεσή του εἶναι τό πάθος τῆς κατάκρισης, ρίζα δέ τῆς κατάκρισης εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια, «τό ἐν ἀνθρώποις ὑψηλόν».

Ὁ μακαριστός Γέρων Παΐσιος θέλοντας νά τονίσει τήν ἀπενεργοποίηση τῆς Θείας Δόξας πού συμβαίνει στόν γογγύζοντα, σ’ αὐτόν πού γκρινιάζει, ἔλεγε ὅτι «ὅσο γκρινιάζεις τόσο ρημάζεις».

 Εἴθε μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ νά καταπολεμοῦμε τήν ὑπερηφάνια, τήν πικρή ρίζα της πού εἶναι ἡ οἴηση, τήν μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό μας, καθώς καί τόν γογγυσμό ἔτσι ὥστε νά μήν γινόμαστε βδελυκτοί ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
 Ἄς προσπαθοῦμε νά ἐξασφαλίζουμε πάντα τά θεμέλια τῆς ἑνότητας καί τῆς ἐν Χριστῷ ἀδελφοσύνης πού εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά, ἡ ἀφελότητα, ἡ ἁπλότητα καί ἡ ταπείνωση. Αὐτά ἐξασφαλίζονται μόνο διά τῆς μετοχῆς στήν ἄκτιστη θεοποιό Θεία Χάρη καί Δόξα, ἡ ὁποία δίδεται σ’ αὐτούς πού πιστεύουν καί ζοῦν ὀρθόδοξα. Δίνεται πλούσια σ’ αὐτούς πού διάγουν ἐν μετανοία , ζοῦν ἀσκητική ζωή καί μετέχουν τακτικά, ἀκολουθώντας τίς ὁδηγίες τοῦ Πνευματικοῦ των Πατρός, στά ἁγιαστικά Θεῖα Μυστήρια ἐν τῇ Μίᾳ Ἁγίᾳ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ.

 ΤΩ ΔΕ  ΤΡΙΑΔΙΚῼ ΘΕῼ ΔΟΞΑ ΠΑΝΤΟΤΕ ΝΥΝ ΚΑΙ ΑΕΙ ΚΑΙ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ ΑΜΗΝ!

Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης

 http://Hristospanagia3. Blogspot.com


 [1] Ἰω. 17, 22.
[2] Γαλ. 5, 22.
[3] Ἰακ. 4, 6.
[4] Ἰακ. 1, 9.

[5] Λκ. 6, 15.