Πέμπτη 14 Αυγούστου 2014

Η εμφάνιση της Παναγίας στον γέροντα Παΐσιο.

 

"Γέροντα, ποιά εικόνα της Παναγίας την αποδίδει περισσότερο;
-H Παναγία η Ιεροσολυμίτισσα, μια φορά την είδα εκεί στο Καλύβι στην Παναγούδα,αν σου το πω σε πόσους θα το πεις;
-Σε κανέναν Γέροντα....

-Λοιπόν, είδα σε όραμα ότι θα πήγαινα μακρινό ταξίδι κι έπρεπε να ετοιμάσω τα χαρτιά μου.
Διαβατήριο,συνάλλαγμα κλπ.αλλά οι υπάλληλοι δεν μου έκαναν τα χαρτιά.
Εκεί ήταν πολλοί άνθρωποι, όμως δεν υπήρχε κανείς να με βοηθήσει.
-Ποιός θα με βοηθήσει, λέω, μα δεν βρίσκεται κανένας, για να ενδιαφερθεί.
Είχα μία αγωνία! Και ξαφνικά παρουσιάζεται μία Γυναίκα με λαμπερό πρόσωπο, ντυμένη στα χρυσαφένια. Είχε μια ωραιότητα!Άστραφτε ολόκληρη!
<<Μην ανησυχείς ,εγώ θα σε βοηθήσω,ο Γιός μου είναι Βασιλιάς>>,μου λέει και με κτύπησε απαλά στο ώμο.
Παίρνει τα χαρτιά και με μια κίνηση τα βάζει στον κόρφο Της.
Ω! τι κίνηση ήταν εκείνη!
Ύστερα μου είπε:
"Θα περάσετε δύσκολες μέρες" και μου ανέφερε κάτι που έπρεπε να κάνω κι εγώ. Μετά από καιρό είδα την Παναγία την Ιεροσολυμίτισσα σε ένα βιβλίο και την αναγνώρισα.

ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ-ΛΟΓΟΙ ΣΤ. ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ.

Πηγή pentapostagma.gr
Δείτε περισσότερα





Τετάρτη 13 Αυγούστου 2014

Γέροντας Παίσιος: Εύχομαι να βρείτε την παραδεισένια θεία κάνουλα....



Γέροντος Παϊσίου Λόγοι:

"Κατ’ εμέ η αγάπη είναι τριών ειδών: η σαρκική αγάπη, η οποία είναι γεμάτη πνευματικά μικρόβια, η κοσμική αγάπη, η οποία είναι φαινομενική, τυπική, υποκριτική, δίχως βάθος, και η πνευματική αγάπη, η οποία είναι αληθινή, η αγνή, η ακριβή αγάπη. Αυτή η αγάπη είναι αθάνατη!

Να έχετε το νου σας συνέχεια στο Θεό. Να λέτε την ευχή, να μιλάτε με το Θεό. Όταν ο άνθρωπος κάνει αυτήν την εργασία, κατ’  αρχάς νιώθει λίγο την αγάπη του Θεού και αργότερα, όσο προχωράει, την νιώθει όλο και πιο πολύ. Ο νους του βρίσκεται μόνιμα στον Θεό, και δεν τον συγκινεί τίποτα πλέον το γήινο και το μάταιο. 

Στην καρδιά του φουντώνει η αγάπη προς το Θεό, γεμίζει και δε θέλει πια να σκέφτεται τίποτα άλλο εκτός από τον Θεό. Αδιαφορεί για όλα τα του κόσμου και σκέφτεται συνέχεια τον Ουράνιο Πατέρα. Βλέπεις, όσοι ασχολούνται με εφευρέσεις, απορροφούνται από την επιστήμη. Πού είναι όμως η δική μας απορρόφηση από τον Χριστό;

Όταν ανάψει η πνευματική αγάπη, φλογίζεται όλο το στήθος. Όλο το στήθος γίνεται μια φλόγα. Καίγεται ο άνθρωπος από τη μεγάλη γλυκιά φλόγα της αγάπης του Θεού, πετάει, αγαπάει με αγάπη πραγματική, μητρική. Αυτή η εσωτερική φλόγα, την οποία ανάβει ο ίδιος ο Χριστός με την αγάπη Του, θερμαίνει  το σώμα πολύ περισσότερο  από την αισθητή φωτιά και έχει τη δύναμη να καίει κάθε σκουπίδι, κάθε κακό λογισμό καθώς και κάθε κακή επιθυμία και άσχημη εικόνα. Τότε η ψυχή αισθάνεται και τις θείες ηδονές που δεν συγκρίνονται με καμιά άλλη ηδονή!

Τι μεγάλο κακό κάνουμε οι περισσότεροι άνθρωποι να μη θέλουμε να δώσουμε την αγάπη μας στον Χριστό, αλλά να την χαραμίζουμε σε γήινα, φθηνά και μάταια πράγματα! Μια ζωή ακόμη και χιλίων ετών, και χιλιάδες καρδιές να έχει κανείς, δεν φθάνουν για να τις δώσει στον Χριστό για την μεγάλη αγάπη που μας έδειξε και που μας δείχνει συνέχεια: μας συγχωρεί, μας ανέχεται και καθαρίζει τις βρώμικες ψυχές μας με το θεϊκό του αίμα.

Κανείς δεν μπορεί να συλλάβει πόσο αγαπάει ο Θεός τον άνθρωπο! Η αγάπη Του δεν συγκρίνεται με τίποτε! Δεν έχει όρια! Είναι τόσο μεγάλη που, κάτι ελάχιστο αν αισθανθεί ο άνθρωπος από την αγάπη αυτήν, η πήλινη καρδιά του δεν μπορεί να την αντέξει∙ διαλύεται, γιατί είναι πηλός. Όταν δώσει κανείς την καρδιά του στον Θεό, όλα τα αγαπάει∙όχι μόνο όλους τους ανθρώπους. Αλλά και τα πουλιά και τα δένδρα, ακόμη και τα φίδια.

Αν μεθύσει ο άνθρωπος πνευματικά με το ουράνιο κρασί, η ζωή του εδώ στη γη γίνεται μαρτυρική, με την καλή όμως έννοια. Αχρηστεύεται για τον κόσμο, αδιαφορεί για καθετί γήινο και όλα τα θεωρεί «σκύβαλα». Η ουράνια μέθη είναι καλή, αλλά πρέπει να είναι κανείς συνέχεια εκεί, στο ατέλειωτο βαρέλι, το ουράνιο. Εύχομαι να βρείτε την παραδεισένια θεία κάνουλα και να πίνετε και να μεθάτε συνέχεια από το παραδεισένιο κρασί!


Αποσπάσματα από το βιβλίο «Πάθη και Αρετές», του γέροντος Παϊσίου του Aγιορείτου.
http://oparadeisos.wordpress.com/

Τρίτη 12 Αυγούστου 2014

Σημεία της στενής οδού που οδηγεί στη βασιλεία των Ουρανών. "Κλίμαξ"




Αγίου Ιωάννου του Σιναΐτου: Περί απροσπαθείας

 "Κλίμαξ"
 ΛΟΓΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ 
Περί απροσπαθείας

"13. Ας προσέχωμε καλά τον εαυτό μας, μήπως πλανηθούμε και ενώ πιστεύομε ότι βαδίζομε την στενή και τεθλιμμένη οδό, εν τούτοις ευρισκόμεθα στην πλατεία και ευρύχωρο.

Τα σημεία πού θα σου δείχνουν ότι βαδίζεις την στενή οδό είναι:

Η θλίψις της κοιλίας, η ολονύκτιος στάσις στην προσευχή,

το μετρημένο νερό, το λιγοστό ψωμί,

το καθαρτικό ποτό της ατιμίας, οι χλευασμοί,

οι περιγέλωτες, οι εμπαιγμοί,

η εκκοπή του ιδίου θελήματος,

η υπομονή στις συγκρούσεις με τους άλλους,

το να μη γογγύζεις όταν σε περιφρονούν,

να βιάζης τον εαυτό σου να υπομένη τις ύβρεις,

να υπομένης γενναία όταν οι άλλοι σε αδικούν,

να μην αγανακτής όταν καταλαλούν είς βάρος σου,

να μην οργίζεσαι όταν σε εξευτελίουν,

να ταπεινώνεσαι όταν σε κατακρίνουν.

Μακάριοι όσοι βαδίζουν την προηγούμενη οδό,
«ότι αυτών έστιν  η βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. ε΄ 3)....

Εκείνος που νομίζει ότι έχει «απροσπάθεια» (= η απαλλαγή από την «προσπάθεια») για ένα οποιοδήποτε πράγμα, αισθάνεται όμως λύπη στην καρδιά του όταν το στερηθή, αυτός απατάται τελείως.

Από το βιβλίο "Κλίμαξ"
Ι.Μ.Παρακλήτου


Σάββατο 9 Αυγούστου 2014

Η ζήτησι του Χριστού




"Ερχόμαστε τώρα στο τρίτο και τελευταίο στοιχείο της πνευματικής ζωής, στην ζήτησι του Χριστού. Άναψε άραγε μέσα μας η φωτιά; Μήπως, ενώ βαπτισθήκαμε και διαλέξαμε τον Χριστόν, ενώ αρχίσαμε πνευματικά, τώρα συνεχίζωμε σαρκικά, παίζοντας έτσι κορώνα γράμματα το μέλλον μας; Η πνευματική ζωή χαρακτηρίζεται από μία έντασι ζητήσεως του Χριστού. Απαιτεί διαρκώς να τον σκεπτώμεθα και να τον ζητάμε. «Εμνήσθην του Θεού και ηυφράνθην», λέγει ο Ψαλμωδός(29). «Ζητείτέ με και ευρήσετέ με», λέγει ο Κύριος(30). Όταν τον ζητάμε, θα τον βρούμε και θα γεμίση η ζωή μας από ευφροσύνη.



Πολλά μας κρύβουν τον Χριστόν και πολλά μας απορροφούν, ώστε να μην μπορούμε να τον έχωμε διαρκώς ενώπιόν μας. Και τα ιερώτερα γεγονότα και πρόσωπα της ζωής μας μπορούν να γίνουν εμπόδια: το επάγγελμα, το σπίτι, τα παιδιά, ο άνδρας, η γυναίκα, τα πάντα. Είναι δύσκολες οι συνθήκες. Η πνευματική ζωή όμως είναι μία μάχη κατά την οποίαν πρέπει να έχωμε διαρκώς το βλέμμα μας εις τον Θεόν, να ζητάμε τον αρχηγό μας.

Θυμάμαι, όταν είχα πάει κάποτε στο Άγιον Όρος, μέσα σε έναν πυκνά δενδροφυτευμένο τόπο, βλέπω από μακριά κάποιον ασκητή, ο οποίος προχωρούσε ψάλλοντας. Ενώ έψαλλε, από ώρα σε ώρα έκανε μία βαθειά μετάνοια, προσκυνούσε, σηκωνόταν και πάλι προχωρούσε. Μου έκανε εντύπωσι. Ποιον άραγε προσκυνούσε; Τρέχω μέσα από τα δένδρα, τον φθάνω, τον σταματώ. 
- Γέροντα, ποιόν προσκυνάς στον δρόμο;
- Μα, παιδί μου, δεν τον βλέπεις;
- Ποιόν;
- Τον Χριστόν. Τουλάχιστον, αν δεν τον βλεπης, δεν τον νοιώθεις ότι είναι μπροστά σου; μου απήντησε εκείνος.


Αγαπητοί μου, οι άνθρωποι έλεγαν παλαιότερα το όνομα του Χριστού ή το άκουγαν και βούρκωναν τα ματιά τους, άρπαζαν φωτιές τα στήθη τους, έπεφταν στα γόνατά τους. Εμείς γιατί; Γιατί, Θεέ μου, τόσο λίγο σε σκεπτόμαστε και τόσο λίγο συγκινούμεθα από σένα; Γιατί τόσο σπάνια σε ποθούμε; Όπου ο θησαυρός μας εκεί και η καρδιά μας, λέγει η Αγία Γραφή. Σαν να λέμε: Θέλεις να μάθης πόσο κοστίζει, πόσο αξίζει η ζωή σου για τον Χριστόν, για τον ουρανό; Όσο τον διψάς, όσο σε αυτόν έχεις την καρδιά σου, τόσο κοστίζει". 

ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ ο Σιμωνοπετρίτης: "Περί Πνευματικής Ζωής"

ΙΕΡΟ ΚΟΙΝΟΒΙΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΟΡΜΥΛΙΑΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ

Πέμπτη 7 Αυγούστου 2014

"Θέλω να με φωνάζετε. Κι εγώ ακούω κι έρχομαι..."....Θαύμα της Παναγίας μας




Έχουμε μία προσωπική μαρτυρία της αείμνηστης γερόντισσας Μακρίνας, μοναχής από την Πορταριά Βόλου, που την διηγείτο τακτικά. Την άκουσα και γω παρουσία και άλλων χριστιανών.

Μια νεαρά σχετικώς κυρία, είχε υποστεί κάποιο εγκεφαλικό επεισόδιο με αποτέλεσμα να παραλύσει τελείως από τη μέση και κάτω κι ελαφρά από τη δεξιά της πλευρά. Το μυαλό της, όμως, και η ομιλία της δεν πειράχτηκαν καθόλου… Από τη γερόντισσα Μακρίνα, αυτή η συγκεκριμένη κυρία είχε μάθει, πριν από τέσσερα – πέντε χρόνια, την ευχή και επικαλείτο συνεχώς, όχι μόνο το όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, αλλά και της Υπεραγίας Θεοτόκου. Έτσι, κατάκοιτη και ακίνητη, όπως ήταν, με το ελεύθερο αριστερό της χέρι, έκαμε συνέχεια κομποσχοίνι στο όνομα της Παναγίας, λέγοντας και φωνάζοντας με πόνο και θέρμη:

 «Υπεραγία Θεοτόκε, βοήθει μοι». 
«Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον με». 
«Παναγία μου, σώσε με, είμαι αμαρτωλή».

Ύστερα από αρκετές ημέρες συνεχών επικλήσεων, ω του θαύματος,  ένα βράδυ την ώρα που ήτο ξυπνητή, και απευθυνόταν προς την Παναγία με το κομποσχοινάκι της, παρουσιάστηκε Εκείνη ολόλαμπρη μπροστά της. Φωτεινή σαν τον ήλιο. Και είχε τέτοια ομορφιά που θαμπώθηκε, όχι μόνον από την θεϊκή ακτινοβολία της, αλλά και από την απερίγραπτη ωραιότητά της. Το ανάστημά της ήτο μεγαλοπρεπέστατο, ουράνιο και ακατάληπτο. Ενώ πίσω της εφαίνοντο πολύ καθαρά ένα πλήθος από τάγματα αγγέλων και αρχαγγέλων. Ταυτόχρονα είχε την ορατή αίσθηση ότι με τη θεία της παρουσία η Παναγία σκέπαζε ολόκληρο τον κόσμο.

Και μέσα στο ιερό δέος της, τον θαυμασμό και την κατάπληξή της, άκουσε την ουράνια φωνή Της να την ρωτάει.

- Τι θέλεις , Μαρία, παιδί μου; (Μαρία την λέγανε).

Και η άρρωστη αλλά  ευλαβής εκείνη χριστιανή, χωρίς δισταγμό, Της απάντησε:

- Θέλω να γυρίζω από το ένα πλευρό στο άλλο, γιατί είμαι παράλυτη απ’ τη μέση και κάτω, και δεν μπορώ. Κουράστηκε η πλάτη μου απ’ την ακινησία. Ιδιαιτέρως, όμως, θέλω να σωθώ. Τη σωτηρία μου ποθώ, γι’ αυτό και Σε φωνάζω.

Και η Υπεραγία Θεοτόκος, η γλυκυτάτη Παναγία μας, που συμπονάει με τους πόνους μας και τα βάσανά μας, της απάντησε:

- Αυτά θα σου τα δώσω. Και, γι’ αυτό ήλθα, επειδή με φωνάζεις κάθε μέρα, απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ

Γιατί θέλω να με φωνάζετε!
Να με φωνάζετε συνεχώς.
Κι γω ακούω κι έρχομαι... 

 
Πλημμύρισε, όχι μόνον το δωμάτιο από την υπέρλαμπρη φωτοχυσία της, και το ουράνιο άρωμά της, αλλά και ολόκληρο το σπίτι της. Όλα τα μέλη της οικογένειάς της, κατά την μαρτυρία της αείμνηστης γερόντισσας, έζησαν αυτό το ολοζώντανο θαύμα. Η δε ουράνια αυτή ευωδία παρέμεινε διάχυτη για μέρες μέσα στο σπίτι, και ιδιαίτερα στο δωμάτιο της άρρωστης. Το πρόσωπο της Μαρίας έλαμπε από την πολλή χάρη που έλαβε. Και όχι μόνον άρχιζε να κινεί το σώμα της, και να γυρίζει πλευρό με ευκολία, αλλά σε λίγες μέρες έγινε τελείως καλά και σηκώθηκε υγιεστάτη...

Τετάρτη 6 Αυγούστου 2014

Σιωπή ειρήνης και ευτονία σώματος, η άλλη δύναμη του Αγίου Πνεύματος



Άγιος Νικήτας Στηθάτος:


"38. Όταν γίνει κανείς μέτοχος του Αγίου Πνεύματος, και γνωρίσει την επιφοίτησή Του με κάποια ανέκφραστη μέσα του ενέργεια και ευωδία, ώστε η ευωδία να περνά και στην επιφάνεια του σώματος, τότε δεν υποφέρει στο εξής να μένει στα όρια της φύσεως.


Αλλά επειδή έχει υποστεί την καλή αλλοίωση με ενέργεια του Υψίστου, λησμονεί την τροφή, τον ύπνο, ξεπερνά τα σωματικά, περιφρονεί τη σωματική ανάπαυση• όλη την ημέρα, ενώ βρίσκεται σε κόπους και αγώνες ασκητικούς, δεν αισθάνεται κανένα κόπο η φυσική ανάγκη, πείνα, δίψα, ύπνο, ή τις αλλες ανάγκες της φύσεως.

Γιατί έχει χυθεί αόρατα η αγάπη του Θεού με ανέκφραστη χαρά μέσα στην καρδιά του. Και όλη τη νύχτα, παραμένοντας σε πύρινο φωτισμό, εργάζεται τη νοερή εργασία με σωματικά γυμνάσματα, και απολαμβάνει το αθάνατο συμπόσιο των αθανάτων φυτών του νοητού Παραδείσου. Σ΄ αυτόν και ο Παύλος αφού υψώθηκε, άκουσε άρρητα ρήματα, τα όποια δεν επιτρέπεται να τα ακούσει άνθρωπος πού είναι ακόμη προσκολλημένος εμπαθώς στα ορατά.

39. Το σώμα, όταν μια φορά πυρωθεί στη φωτιά της ασκήσεως και βαφτεί στο νερό των δακρύων, δεν αμβλύνεται πια από τούς κόπους, γιατί καταπαύει τούς πολλούς αγώνες, επειδή έγινε ανώτερο από την πρακτική άσκηση. Αλλά αφού δεχτεί μέσα του γαλήνη και σιωπή ειρήνης, γεμίζει μάλλον από μια άλλη δύναμη, άλλη ευτονία, άλλη ισχύ του Πνεύματος.


Όταν τέτοιο σώμα αποκτήσει συνεργό η ψυχή και δει την κατάστασή του ότι είναι ανώτερη από τη σωματική άσκηση, αλλάζει τις φυσικές της κινήσεις και τις στρέφει σε νοητούς αγώνες και, εργαζόμενη με δύναμη τη νοερή εργασία, φυλάει για τον εαυτό της τούς καρπούς των αθανάτων φυτών μέσα στο νοητό Παράδεισο.

Απ΄ όπου σαν ποταμοί τρέχουν οι πηγές των θεοπρεπών νοημάτων και μέσα στον οποίο βρίσκεται το δένδρο της γνώσεως του Θεού, πού παράγει καρπούς σοφίας, χαράς, ειρήνης, χρηστότητας, αγαθοσύνης, μακροθυμίας και ανέκφραστης αγάπης.

Και καθώς έτσι εργάζεται με σπουδή και έτσι φυλάει, απομακρύνεται από το σώμα και εισδύει στον γνόφο της θεολογίας. Φεύγει με την έκσταση απ΄ όλα, επειδή δεν την κρατάει τίποτε από τα ορατά, και αφού ενωθεί με τον Θεό, σταματά ν΄ αγωνίζεται και να ποθεί".

Από το βιβλίο: "ΒΙΒΛΙΟΚΑΛΙΑ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ"
http://www.orthodoxos.com.gr/phpBB3/viewtopic.php?f=20&t=1413

Τρίτη 5 Αυγούστου 2014

Μην παραλείπουμε να προσερχόμαστε στις παρακλήσεις της Παναγίας μας στην Εκκλησία


ΠΟΙΑ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΚΛΗΣΕΩΝ ΤΟΥ ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 

Ο Δεκαπενταύγουστος είναι μια περίοδος του Εκκλησιαστικού έτους, κατά την οποία η ορθόδοξη ψυχή στρέφει τα μάτια με βαθειά κατάνυξη προς την Υπεραγία Θεοτόκο. Επί δεκαπέντε ημέρες, πριν από την εορτή της Κοιμήσεως, σημαίνουν οι καμπάνες την ώρα του δειλινού και τα πλήθη των πιστών πάνε να ψάλλουν τον Μικρό και τον Μεγάλο Παρακλητικό Κανόνα. Ανάλογη κατάνυξη έχει βέβαια και η περίοδος των Χαιρετισμών της Παναγίας. Αλλά ενώ στους Χαιρετισμούς κυριαρχεί ο υμνολογικός τόνος, η θριαμβική δοξολόγηση των απείρων χαρίτων της «Μητρός του Θεού γενομένης», στους Παρακλητικούς Κανόνες του Δεκαπενταυγούστου κυρίαρχος τόνος είναι το πένθος και η οδύνη της βαρυαλγούσης ψυχής του πιστού που ζητά παράκληση και παρηγοριά από την Παναγία.
Οι Παρακλητικοί Κανόνες, ο Μικρός και ο Μέγας λέγονται αλλιώς η Μικρή και η Μεγάλη Παράκληση, επειδή διά των ύμνων αυτών οι πιστοί παρακαλούν την Παναγία να ακούσει και να ικανοποιήσει τα αιτήματά τους. 

Ψάλλονται, εναλλάξ, δηλαδή την μία μέρα ψάλλεται η Μεγάλη και την άλλη η Μικρή.
 Μόνο κατά τους εσπερινούς των Σαββάτων και της Εορτής της Μεταμορφώσεως του Κυρίου δεν ψάλλονται οι Παρακλήσεις και τούτο επειδή το περιεχόμενό τους είναι πένθιμο και ικετευτικό και δεν συμφωνεί προς το χαρμόσυνο ύφος των εορταστικών ύμνων της δεσποτικής εορτής, της Μεταμορφώσεως του Σωτήρα μας. 
Εκτός, όμως, από την περίοδο του Δεκαπενταυγούστου η Μικρή, ιδίως, Παράκληση ψάλλεται συχνά, «εν πάση περιστάσει και θλίψει ψυχής», είτε στους ιερούς Ναούς, είτε και κατ' οίκον, από τους πιστούς, οι οποίοι επιθυμούν να ικετεύσουν δι' αυτής την Θεοτόκο και να επικαλεσθούν την μεσιτεία Της.

Η διάκριση των Παρακλήσεων σε Μικρή και Μεγάλη οφείλεται αποκλειστικώς και μόνον στην έκταση, το μέγεθος των τροπαρίων. Τα τροπάρια, δηλαδή, της Μικρής Παρακλήσεως είναι μικρότερα και συντομώτερα από εκείνα της Μεγάλης.

Η Μικρή Παράκληση είναι ποίημα κάποιου αγνώστου υμνογράφου, ο οποίος κατ' άλλους μεν ονομάζονταν Θεοστήρικτος και ήταν Μοναχός, κατ' άλλους δε Θεοφάνης. Όπως φαίνεται, όμως, πρόκειται περί του ιδίου προσώπου, το οποίο έγινε Μοναχός και από Θεοφάνης μετονομάσθηκε σε Θεοστήρικτο. 
Η Μεγάλη Παράκληση είναι έργο του Θεοδώρου του Β , του Δουκός, Βασιλέως της Νικαίας, του επονομαζομένου Λασκάρεως, ο οποίος έζησε περί τα μέσα του 13ου αιώνος και είναι πολύ μεταγενέστερος του Θεοστηρίκτου, του Μοναχού.

Οι δύο Παρακλήσεις, πλην του Κανόνος, περιλαμβάνουν στην Ακολουθία τους και Ψαλμούς, δεήσεις υπέρ των ζώντων πιστών, υπέρ των οποίων τελούνται, και Ευαγγελική περικοπή. Το περιεχόμενό τους είναι ικετευτικό, συγκινεί τους πιστούς, διδάσκει και προτρέπει αυτούς να προστρέχουν με θάρρος και εμπιστοσύνη πάντοτε προς την Κυρία Θεοτόκο, την Μεγάλη Μητέρα τους, για να βρίσκουν παρηγοριά και να λαμβάνουν βοήθεια στις ανάγκες του.

Προς την Κυρία Θεοτόκον ας ψάλλουμε και εμείς με πίστη και εκ βάθους
καρδίας τις ιερές Παρακλήσεις και μαζί με τους ιερούς υμνωδούς, ας επαναλαμβάνουμε: «Βλέψον ιλέω όμματί σου και επίσκεψαι την κάκωσιν, ην έχομεν, και δεινών συμφορών και βλάβης και κινδύνων και πειρασμών ημάς λύτρωσαι, αμετρήτω σου ελέει», με την ακράδαντη βεβαιότητα ότι «δεν θα παρίδει την πενιχράν δέησίν μας, τον κλαυθμόν και τα δάκρυα και τους στεναγμούς μας, αλλά θα πληρώσει τας αιτήσεις μας», για να δοξάζουμε Αυτήν μετά πόθου πάντοτε.


Πηγή: http://anthologioxr.blogspot.gr/


Δευτέρα 4 Αυγούστου 2014

Έχοντας τη Θεοτόκο λύνουμε κάθε μας πρόβλημα



  Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού   

Έχοντες αυτήν την μητέρα σαν εχέγγυο και ισταμένην μεταξύ ημών και του Θεού, έχομε την τελεία ελπίδα ότι καμμιά προσδοκία μας, καμμιά επιθυμία μας εν Θεώ, κανένα αίτημα μας, αλλά και καμμιά ανάγκη τωρινή και μέλλουσα είναι δυνατόν να μην ικανοποιηθούν.

 Διότι, όταν τρέχωμε στην μητρικήν της αγάπη, δεν μπορεί να αρνηθή, δεν θέλει να το κάνη. Αρκεί φυσικά από μέρους μας να γίνεται ή ελαχίστη προσπάθεια, να στεκώμεθα σαν λογικά όντα πάνω στην βάση του προορισμού μας. 

Και έτσι, έχοντας την Δέσποινα μας Θεοτόκο σαν εγγύηση, καθ' ότι έγινε αφορμή της σωτηρίας μας, λύνομε κάθε πρόβλημα μας και στο παρόν και στο μέλλον.

Και δεν είναι δυνατόν, όπως έχομε πείρα, να πλησίαση η ιδανική μητέρα τον ιδανικόν υιόν ζητώντας του κάποια χάρη και αυτός να της αρνηθή. Αυτό δεν γίνεται.

Εκείνο το όποιο απομένει σε μας είναι να ερεθίσωμε μέσα μας ο,τιδήποτε υπάρχει έναντι της μητρικής της αγάπης και ο,τιδήποτε άφορα αυτό, στην υμνολογία της, στην ευχαριστία της, στην δοξολογία της, στην παράκληση της, στην επίκληση της, ακόμα και σε κάθε άλλο το όποιον ευρίσκεται και αρμόζει στον θεοπρεπή χαρακτήρα της.

Το στοιχείο πού την χαρακτηρίζει – αν και είναι πλήρης από αρετές – είναι ειδικά η ταπεινοφροσύνη. Όταν ήλθε ο Αρχάγγελος και της είπε καθαρά: «Χαίρε, Μαρία, ευρήκες χάριν από τον Θεό και συ θα γίνης μητέρα του Θεού», δεν υπερηφανεύθη και να σκεφθή, «ώστε λοιπόν, εγώ θα είμαι πλέον μητέρα του Θεού;» Άλλα απάντησε ταπεινά. «Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτο μοι κατά το ρήμα σου».